- Αθερίνα
- Βλ. λ. αθερινίδες.
* * *η Ζωολ.γένος μικρών θαλάσσιων ψαριών τής οικογένειας Atherinidae τής τάξης τών Αθερινόμορφων*. Είναι επίσης γνωστά και με τα κοινά ονόματα αθερινός, αθερίνος, αθερίνη, αθυρνός, θερίνα, θερινός, σουβλί και σουβλίτης. Έχουν λεπτό σώμα, μήκους έως 10 εκατοστά, με δύο ραχιαία πτερύγια και αργυρόχρωμη ταινία κατά μήκος κάθε πλευράς.[ΕΤΥΜΟΛ. Οι τ. αθερίνος, ο και αθερίνη, η παράγονται από το ἀθὴρ* με τη συνήθη στην αρχαία κατάληξη -ινος/-ινη, που δήλωνε ιδίως ονόματα ψαριών (πρβλ. ἐρυθρὸς-ἐρυθρῖνος «το λυθρίνι», σαργός-σαργῖνος κ.τ.ό). Ο νεοελλ. τ. αθερίνα (σε -α αντί -η), από μεταπλασμό τών ουσιαστικών σε -η κατά το πλήθος τών ονομάτων σε -α (πρβλ. χελώνα < χελώνη, βελόνα < βελόνη κ.λπ.).ΠΑΡ. νεοελλ. αθερινειό, αθερινιά, αθερινιάζω, αθερινιό(ς), αθερινίστρα.ΣΥΝΘ. αθερινόδιχτο, αθερινολόγος, αθερινόψυχος].
Dictionary of Greek. 2013.